Ερείπια... μισοβυθισμένα στο δεξιό άκρο της παραλίας. Ερείπια της αρχαίας λαμπρής εποχής αυτού του τόπου...
Σήμερα ο τόπος δε βουλιάζει μόνο στα νερά της θάλασσας αλλά και στην αδιαφορία όλων μας. Και στο πέρα βρέχει. Και στο δεκάρα δε δίνουμε ούτε για το παρελθόν ούτε για το σήμερα ούτε και για το αύριο...
Βουλιαγμένοι κι εμείς όλοι. Μισοβουλιαγμένοι σε τέλμα...
Τόσο που να ασχολούμαστε με τα οστά του Λιαντίνη και όχι με τα λόγια του. Μείναμε τόσα χρόνια να ψάχνουμε βελόνι στ' άχυρα. Είναι τα οστά του Λιαντίνη; Δεν είναι του Λιαντίνη; Και γιατί στις Κεχρεές και γιατί όχι στον Ταΰγετο...
Και χάσαμε την ουσία. Όχι μόνο τη μορφή του.
Κι όμως εκείνος το είπε τελείως απλά και τελείως ξεκάθαρα:
"Έγραψα τα Ελληνικά και τη Γκέμμα από οργή για τους αιώνες που δε θα υπάρχω."Τόση η τυφλαμάρα μας που πιάσαμε και γράψαμε τα λόγια σε μάρμαρο και τα ανεβάσαμε στον Ταΰγετο. Και η άλλη τύφλα, το τυφλό πάθος και το τυφλό μίσος, τα τσάκισε σε συντρίμμια. Να πάλι δουλειά για να πάρουν φωτιά οι πένες και τα πλήκτρα.
Όχι λοιπόν. Είναι δεν είναι εκεί ο Λιαντίνης, θαμμένος στις Κεχρεές, τίποτε δεν αλλάζει. Σ' αυτά που η οργή του φώναξε και σε όσα ζήτησε με τα βιβλία του και το λόγο του, τίποτε δεν αλλάζει.
3 Ιουνίου σήμερα. Τετάρτη. Σαν σήμερα, στα 1998, σύμφωνα με τις δικές του γραφές, "έπεσε". Την ώρα που ο ήλιος έδυε...
Κι αν πάλι δεχτούμε το προαίσθημα της μάνας του, όπως έχει επίσημα καταγραφεί και δοθεί στην κοινή γνώμη, το τέλος του είχε ήδη έρθει από τις 2 του μήνα, ημέρα Τρίτη... πρωί... Τρεις ώρες λέει πάλευε με το χάρο. Κι εκείνη, λέει, το ένιωσε. Όταν σταμάτησε η καρδιά του. Στις 8 το πρωί...
Υπάρχει όμως και η άλλη εκδοχή. Πως όλα αυτά που έγραψε στα βιβλία του είναι ποιητικά και συμβολικά και πως από όσα έγραψε και όσα είπε ο Λιαντίνης δεν προκύπτει πως θα μπορούσε να επιλέξει την αυτοκτονία ως έξοδο από τη ζωή. Εδώ συμπαρατάσσονται και διάφορες μαρτυρίες πως τον είδαν ζωντανό να κυκλοφορεί μετά τον Ιούνη του '98.
Σκοτεινά και νεφελώδη πράγματα. Κανένας από όσους κατέχουν τέτοιες αποδείξεις, δεν πέρασε το κατώφλι του εισαγγελέα να τις καταθέσει. Και την ίδια ώρα υπάρχει ένας τάφος, κοντεύει πια τα τέσσερα χρόνια, που φέρει το όνομά του:
Τέσσερα χρόνια ο τάφος. Και έντεκα συμπληρωμένα πια από την εξαφάνιση του Λιαντίνη. Είναι πάρα πολλά για να συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με τα οστά - όσο και αν τον αγαπούσαμε. Στην όποια δική του θέληση μπορεί κανείς να υποθέσει, υπάρχει και δικαιούται να υπάρχει και η δική μας. Και δε νομίζω πως κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με όσα μας δίδαξε. Ίσα ίσα...
Καθόμουν και κοίταγα ώρα πολλή τον τάφο "του" προχτές. Την πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που τον επισκέφθηκα. Κι αναρωτιόμουν μπρος στις βουβές πέτρες. Γιατί όλα αυτά που ακολούθησαν;
Αμφιβάλλω αν ακόμη και οι δικοί του άνθρωποι - έχοντας σαφώς τη δικαιολογία του προσωπικού τους πόνου - κατάλαβαν τι συνέπειες είχαν όλα αυτά που ακολούθησαν την εξαφάνιση του Λιαντίνη για δεκάδες ή και εκατοντάδες άλλους ανθρώπους... Και ήταν άνθρωποι και αυτοί. Με ίσα δικαιώματα. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να τους παραμερίζει και να υποτιμά όσα πέρασαν και εκείνοι. Ο άνθρωπος είναι κορυφαία αξία στο έργο του Λιαντίνη. Μην το ξεχνάμε. Ο κάθε άνθρωπος. Χωρίς καμιά εξαίρεση.
Αν λοιπόν κάτι κάτι έχει νόημα από αυτό το σήμα στις Κεχρεές, δεν είναι το τι είναι θαμμένο. Αλλά αυτό που βλέπεις. Τρεις λέξεις. Οι τρεις λέξεις:
Έζησα την αλήθεια
Αυτό το δίδαγμα. Αυτή και η ουσία.
Φεύγοντας από κει αυτό κουβάλησα. Και πήγα στην παραλία και στάθηκα σκεφτική. Ποια είναι η δική μας αλήθεια; Ποιο είναι το δικό μας χρέος ζωής;
Αν κάποιος άλλος διαθέτει ακλόνητα ντοκουμέντα για το τι απέγινε ο Λιαντίνης και αν κρίνει πως έχει νόημα, ας τα καταθέσει όπου δει. Εμείς δεν έχουμε. Και με τις απορίες, νισάφι πια. Κουραστήκαμε και άκρη δε βγάλαμε...
Ήταν για μένα καιρός να πάω ως εκεί. Να σταθώ στον τάφο του και να κλείσω ένα μεγάλο κεφάλαιο. Με τους αναγκαίους απολογισμούς και τις πιο αναγκαίες αποφάσεις για το μέλλον.
Και ο καθένας ας κάνει τους δικούς του απολογισμούς και ας πάρει τις δικές του αποφάσεις.