Ερημιά απόψε στα μέρη μας.
Ωραία είναι, ήσυχα.
Αλλά πολύ ήσυχα... έχει πλάκα μερικές φορές να ακούς τους φόβους σου να χορεύουν στην ταράτσα με τα παπούτσια του τρόμου.
Έχει πλάκα να βλέπεις την μοναξιά να σου γελάει από τον καναπέ δίπλα σου, με το χαμόγελο της λύπης.
Έχει πλάκα να παλεύεις με εσένα... Να γκρεμίζεις κάστρα και ιππότες και οι Κύκλωπες να εμφανίζονται ξανά μπροστά σου. Μάλλον τους κουβαλάς καιρό μαζί σου...
Ίσως αυτή είναι η ευκαιρία σου να του αντικρίσεις και να τους αφήσεις όλους πίσω σου.
Ίσως πάλι με τον τρόπο σου αυτό να χτίζεις Λαιστρυγόνες και άλλα θηρία...
Πλησιάζουν οι ώρες δίχως τύψεις και ενοχές. Και εσύ περιμένεις να δεις την βόμβα στο Ναγκασάκι να σκάει μπροστά στα μάτια σου.
Και το ξέρω πως φοβάσαι πριν ακόμα τη δεις. Ίσως να φοβάσαι που δεν έχει σκάσει ακόμα. Ίσως την λάμψη της που μπορεί να σου τυφλώσει τα μάτια.
Μα πιο πολύ από όλα φοβάσαι τα δικά σου. Φοβάσαι την δύναμή σου. Φοβάσαι τα στιλέτα που βγαίνουν από το κορμί σου και στοχεύουν τους πάντες γύρω σου.
Διαμελισμένα πτώματα παντού αφήνεις στο διάβα σου. Το ξέρεις, πως όχι; Θαρρώ πως το χαίρεσαι κι όλας. Ίσως όχι με το χαμόγελο της επιτυχίας, μα σίγουρα μέσα σου το χαίρεσαι τόσο, που στήνεις χορό με τα γυμνά σου πόδια πάνω στους χτύπους της καρδιάς σου.
Και μετά με κούραση περίσια κάθεσαι παραδίπλα και γελάς τόσο δυνατά που από το γέλιο σου ταράζεται το σύμπαν.
Είναι μεγάλη η νύχτα απόψε και τα σκυλιά σωπαίνουν... Καλά κάνουν χρειαζόμαστε πια λίγη ησυχία.
Βάρος μεγάλο στο στήθος σου καρφώθηκε πάλι. Θλίψη; Χαρμολύπη; Τι να μου πεις; Σάμπως το ξέρεις θαρρείς κι εσύ;
Μόνο ένα θέλεις τώρα. Μόνο ένα που δεν μπορείς να έχεις τώρα. Μόνο ένα που ξέρεις ότι έεις ανάψει την φλόγα κάτω από την κλωστή που το κρατάει. Το ξέρεις ότι παίζεις παιχνίδια με τον διάολο, αλλά το συνεχίζεις. Κοιτάς με εκείνο το ειρωνικό βλέμα, κατευθείαν στα μάτια και χτυπάς. Με περίσσια άνεση, κι ας βράζεις μέσα σου.
Ή όλα ή τίποτα μου φωνάζεις όπως μπαίνεις στο αμάξι σου και φεύγεις με τις μουσικές να φωνάζουν ξέφρενες και το πόδι στο γκάζι πατημένο.
Ώρα καλή σου. Ώρα καλή σου και σε καλό να σου βγεί, σου απάντησα, όχι πως με άκουσες, μα στο είπα.
Και έφυγα και εγώ.
Έμεινε μόνο η ερημιά, πάλι μόνη της κι αυτή.