Το έχω παρατηρήσει πως είναι φορές που ο Χάρος χαίρεται κι ευχαριστιέται να μας βάζει μες στη μέση και να χτυπάει μια από δω και μια από κει.
Προχτές χάθηκε ένας γλυκύτατος φίλος οικογενειακός.
Τις προάλλες ένας αγαπημένος συνάδελφος των γονιών μου.
Σήμερα το χτύπημα ήταν διπλό. Η γειτόνισσά μας στο χωριό και λίγες ώρες αργότερα και η αδερφή της, μητέρα συμμαθητή μου από τα χρόνια του δημοτικού.
Χτύπα λοιπόν. Να δούμε τι θα καταλάβεις... Κηδεία προχτές, κηδεία αύριο, κηδεία μεθαύριο, τα σαράντα την Κυριακή.
Τι φοβάσαι; Μήπως και ξεχάσουμε ότι εσύ κάνεις κουμάντο; Πως είσαι ο μέγας συμπαντάρχης;
Και να θέλουμε να το ξεχάσουμε, μας αφήνεις εσύ;
Έστησ' ο έρωτας χορό λοιπόν με τον ξανθόν Απρίλη και πάλι.
Τελικά έτσι και καθίσω και μετρήσω πόσους ανθρώπους που γνώρισα είναι πια από την αντίπερα άκρη, θαρρώ θα τους βρω περσότερους από τους από δω.
Και ναι. Κάθε φορά που πεθαίνει κάποιος που γνώρισες, πεθαίνει μαζί του και ένα δικό σου κομμάτι.
Όλο το καλοκαίρι φέτος γύρναγα στον κήπο του πατρικού μου και φωτογράφιζα τα γατάκια και τα λουλούδια. Κι έβγαινε η γλυκιά γειτόνισσα και πιάναμε κουβέντα... ψέματα φαίνεται πως πια δε θα την ξαναδώ.
72 χρονών. Δε λέω είχε μια κάποια ηλικία. Λίγο μεγαλύτερη από τη μάνα μου, και παιδική της φίλη, λίγο μικρότερη από τον πατέρα μου.
Σκιάς όναρ άνθρωπος.
Και μεις; Συνέχεια και συνέχεια το ξεχνάμε και ασχολούμαστε με σαχλαμάρες.