"Στο εξώφυλλο εικονίζεται η Susette Gontard, ο μεγάλος έρωτας του ποιητή Fr. Holderlin που την ονόμασε Diotima, εμπνευσμένος από την ιδέα του για την κλασσική ελληνική ομορφιά."(Σημείωση από το εσώφυλλο του βιβλίου.)
Κι από τις πρώτες σελίδες η αφιέρωση:
Στην κόρη μου Διοτίμα
Κι ο επίλογος του προλόγου:
- Παράθεση :
- "Τη διαλεκτική του μύθου της Διοτίμας τη γέννησε το πνευματικό κλίμα της εποχής του Πλάτωνα, του οποίου βασικό γνώρισμα ήταν η έντονη παρουσία του λογοκρατικού πνεύματος της Σοφιστικής. Ο τελικός σκοπός του Συμποσίου είναι να φανερωθεί ότι ό,τι ωραίο δημιουργεί ο άνθρωπος στο χώρο της ηθικής, της επιστήμης και της τέχνης είναι τόκος της ασίγαστης επιθυμίας του να πορευθεί το δρόμο της εκ των κάτω ανάβασης προς τα άνω, να φθάσει στη θέαση της ιδέας, του απόλυτου κάλλους, και να γίνει αθάνατος, σύμφωνα με τις τελευταίες λέξεις της Διοτίμας. Το τέλος του λόγου της Διοτίμας είναι μια έμμεση προστακτική στον άνθρωπο για πορεία προς την αλήθεια."
Από μικρό παιδί μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που έλειπε η οικονομική άνεση αλλά περίσσευαν τα βιβλία. Δε θεωρώ δικό μου ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που μεγαλώνοντας απέκτησα το ίδιο "πρόβλημα". Μόνον τυχερή με κρίνω που έτυχα δυο γονείς λάτρεις του καλού βιβλίου αλλά και με καλή πένα και οι ίδιοι.
Ζουν και οι δύο γονείς μου και δε θέλω να πάρω θέση κριτική δηλώνοντας προτίμηση στου ενός ή στου άλλου τα γραπτά. Αν και ο καθένας έχει το δικό του ξέχωρο τομέα. Ο πατέρας μου είχε ιδιαίτερη αγάπη στο λαογραφικό υλικό της ιδιαίτερης πατρίδας μας και πολλές φορές δημοσίευσε άρθρα του σε έγκριτα περιοδικά. Το καλύτερο δημιούργημά του δυστυχώς παραμένει ανέκδοτο κι εγώ έχω πολλές τύψεις που ακόμη δε βρήκα το χρόνο να βοηθήσω στη δακτυλογράφηση. Πρόκειται για πολυετή εργασία καταγραφής του λεκτικού πλούτου του τόπου μας και μάλιστα με συνοδευτικά κείμενα που αποτυπώνουν όχι μόνο την ερμηνεία των λέξεων αλλά και τα ήθη και έθιμα της περιοχής.
Η μάνα ήταν με άλλες ανησυχίες. Ποιήματα, παραμύθια και θεατρικά έργα, γραμμένα όχι με σύστημα αλλά σε στιγμές έμπνευσης και που δυστυχώς σέρνονται δεξιά και αριστερά σε σημειώσεις και χαρτιά σε διάφορα συρτάρια. Γιατί τη μάνα μου την αδικήσαμε όλοι μας. Ποτέ δεν της δώσαμε το χρόνο να ασχοληθεί με όσα αγάπησε ξέχωρα και όσα η φύση της είχε χαρίσει το ταλέντο. Και δε μιλώ μόνο για το γράψιμο. Η μανούλα μου αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση ανθρώπου, με πολλά ενδιαφέροντα, αν όμως με ρώταγαν μια λέξη να διαλέξω για να τη χαρακτηρίσω, θα έλεγα δίχως δεύτερη σκέψη "Η νηπιαγωγός". Σαράντα τρία χρόνια έμεινε στο επάγγελμα. Και αν δεν έκλεινε το όριο ηλικίας πριν από λίγους μήνες, ακόμη θα ήταν στο νηπιαγωγείο. Τεράστια η αγάπη της για το παιδί και άλλο τόσο λόγος ζήλιας για εμένα τα εκατοντάδες χτεσινά της νήπια που ένιωθα να μου κλέβουν χώρο στην καρδιά της.
Πέρα όμως από την αγάπη είναι βέβαιο πως είχε και τα απαραίτητα πνευματικά εφόδια για τούτο το απαιτητικό επάγγελμα που δυστυχώς μόνο οι ειδικοί της αγωγής γνωρίζουν την ιδιαίτερη αξία και τη σημασία του στην αγωγή του νέου ανθρώπου. Δεν κατάφερε όμως ποτέ να γίνει κάτι άλλο πέρα από νηπιαγωγός. Μάλιστα κάποτε την πείσαμε να υποβάλει τα χαρτιά της για σύμβουλος. Μας άκουσε μετά από τεράστια γκρίνια αλλά σαν έφτασε μπροστά στην επιτροπή δε βρήκε άλλο να τους πει παρά πως η μεγαλύτερη επιθυμία της είναι να παραμείνει κοντά στα νήπια!!! και όχι να την κλείσουν σε ένα γραφείο.
Όμως στα πρώτα νιάτα της, τότε ακόμη που νέο κορίτσι είχε μόλις αποφοιτήσει από τη Σχολή Νηπιαγωγών Καλλιθέας, πρώτη και με άριστα ολοστρόγγυλο, έχει καημό και παράπονο που η τύχη δεν την άφησε να πάρει άλλο δρόμο. Ακόμη και σήμερα το 10 σε πτυχίο δεν είναι σύνηθες φαινόμενο. Πόσο μάλλον για μια σπουδάστρια παντρεμένη και με παιδί. Η αφεντιά μου ήταν το παιδί... και το μεγάλο πρόβλημα της μητέρας μου επίσης. Τότε λοιπόν που αποφοίτησε αριστούχος και έχοντας στο μεταξύ καταπλήξει με τις επιδόσεις της τους καθηγητές της, δέχτηκε μια πολύ τιμητική πρόταση. Να την προτείνουν για υποτροφία στο ΙΚΥ και να πάει για μεταπτυχιακά στο Παρίσι. Οφείλω να αναφέρω και το όνομα της διευθύντριας της σχολής που εκείνη ανέλαβε την πρωτοβουλία να βοηθήσει τη νεαρή απόφοιτη. Η κ. Κυριαζοπούλου - Βαληνάκη, μία από τις μεγάλες μορφές στο χώρο των θεωρητικών της αγωγής νηπίων. Τόσο πολύ το ήθελε να βοηθήσει που έψαξε και βρήκε τρόπο να πάει στο Παρίσι και ο πατέρας μου, ως δάσκαλος εκείνος σε ελληνικό σχολείο εκεί. Δυστυχώς η πρόταση έπεσε στο κενό. Στο κενό που τα ήθη και έθιμα της εποχής εκείνης ήθελαν τη γυναίκα πρώτα καλή σύζυγο, μητέρα και νύφη (υπήρχε και κάποιος πεθερός που έπρεπε να φροντίσει... ) και έπειτα όλα τα άλλα. Κάπως έτσι κατέληξε η μάνα μου να γυρίζει σε όλα τα κουτσοχώρια της Ηπείρου ως νηπιαγωγός, να βασανίζεται σε συνθήκες πρωτόγονες και παρότι ήταν μεγαλωμένη στην Αθήνα να μετατραπεί σε σύντομο διάστημα σε μια τέλεια γυναίκα της επαρχίας...
Είπα πολλά για τους δικούς μου ανθρώπους, γιατί είδα προχτές μια λέξη που με πείραξε πολύ. Προσωπολατρία. Ναι. Δική μου για την κ. Γεωργοπούλου. Σε ένα κλικ που μόλις έκανα, είδα μια ακόμη
αναφορά. Ο φίλος μας ο Homo για μια ακόμη φορά προσπαθεί να μας συνετίσει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να μας απασχολεί γύρω από το Λιαντίνη. Βέβαια ο Homo εστιάζει στα προσωπικά του Λιαντίνη. Ο άλλος που μίλησε για προσωπολατρ
εία (αχ, ρημάδια ελληνικά... κι εγώ αγωνίζομαι στα δωδεκάχρονα να μάθω τις καταλήξεις των θηλυκών σε -ία και - εία) το πήγε ακόμη πιο πέρα. Μου ζήτησε να ασχολούμαι μόνο με το Λιαντίνη. Ούτε λέει με τα προσωπικά του ούτε με τη σύζυγό του.
Θυμάται κανείς να ζήτησα άδεια ποτέ με τι θα ασχοληθώ; Αντίθετα, θυμάμαι πολύ καλά ότι ζούμε σε χώρα δημοκρατική και ο κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να ασχολείται με εκείνο που τον εκφράζει. Αρκεί βεβαίως να μην ενοχλεί τους άλλους. Προσέξτε όμως. Και ιδιαίτερα όσοι μου τα κρεμάτε και σε υπογραφές ετούτα τα τσιτάτα. Τέτοιου είδους νουθεσίες πρώτα τις εφαρμόζεις και μετά τις διαλαλείς. Αλλιώς κανείς δε σε λαμβάνει υπόψη.
Επί της ουσίας όμως. Που δεν είναι άλλη από τη παρουσίαση της Διοτίμας της κ. Γεωργοπούλου. Εγώ δεν το κρύβω πως η συγγραφέας του βιβλίου με έχει εντυπωσιάσει όχι μόνο με τη γραφή της αλλά και με την προσωπικότητά της. Είναι αυτό προσωπολατρία; Λίγο αν προσέξετε όσα παραπάνω αναγκάστηκα να γράψω, θα καταλάβετε πως όχι. Καθόλου. Αντίθετα είναι το πρότυπο της γυναίκας στη γενική του μορφή που αποτελεί για μένα ορόσημο. Καθώς μάλιστα με έχει σημαδέψει η πικρή ιστορία της μητέρας μου και που δεν μπορώ να μη λάβω υπόψη ότι μόλις λίγα χρόνια είναι μεγαλύτερη από την κ. Λιαντίνη. Γυναίκες της ίδιας περίπου εποχής. Πόση όμως διαφορά.
Κι από την άλλη κρατώ στα χέρια μου παιδιά. Την Ιωάννα, την Έφη, την Εύα, τη Δήμητρα, τη Χριστίνα, τη Μαρία και την άλλη Μαρία, την Αναστασία, τη Στέλα... Και δίπλα τους το Χριστόφορο, το Λάμπρο, τον Κωνσταντίνο, το Γιώργο, τον Παναγιώτη, τον Κώστα, τον Παύλο, το Γιάννη, το Βασίλη. Τα 18 Μικρά μου Τερατάκια. Εννέα κοριτσάκια και εννέα αγοράκια. Στα δώδεκα και με όλη τη ζωή μπροστά τους.
Δεν ξέρω τι είναι για τους άλλους ο Λιαντίνης. Για μένα πρώτα από όλα είναι Δάσκαλος με την κυριολεκτική σημασία του όρου. Οδηγός στο κάθε μέρα μου και κάθε στιγμή στο πίσω μέρος του εγκεφάλου σαν στέκομαι στην έδρα. Σαν βλέπω λοιπόν τα 18 κεφαλάκια να σκύβουν στο βιβλίο δεν μπορώ να μην αναλογίζομαι χίλια δύο πράγματα. Με το λόγο του Λιαντίνη φάρο και οδοδείχτη. Αλλά και με το προσωπικό μου κρησάρι διυλισμένο και εξατομικευμένο. Κάρβουνα αναμμένα τα τελευταία λόγια του:
"Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι αυτό το έγκλημα με σκοτώνει."Αυτή τη λύπη δεν μπορεί να μην τη νιώθει (δεν κάνω σύγκριση ποσού... ) όποιος άλλος ασχολείται με την αγωγή. Δεν μπορεί μόνο εγώ να νιώθω έτσι έντονα την αγωνία να με ζώνει για το αύριο αυτών των παιδιών. Κοριτσιών και αγοριών. Και πιο πολύ των κοριτσιών. Γιατί εκείνα έχουν να πολεμήσουν και με τα στερεότυπα της κοινωνίας που θέλουν πάντα δεύτερη τη γυναίκα. Αλλά και με το γολγοθά που στη γυναίκα φορτώνει το ασήκωτο φορτίο της συζύγου και μητέρας δίχως τις περισσότερες φορές να της αναγνωρίζεται ο νέος της ρόλος στη σύγχρονη κοινωνία. Εργαζόμενη η γυναίκα σήμερα, με εξαντλητικά ωράρια και με απαιτήσεις ίδιες με εκείνες που ζητούν και από τον άντρα συνάδελφό της. Και στο σπίτι; Ο πασάς με το τηλεκοντρόλ στο χέρι... Ή ο καριερίστας σύζυγος που όλη η οικογένεια πρέπει να στέκεται στο ένα πόδι για να ικανοποιήσει εκείνος τις φιλοδοξίες του. Όπως και να έχει, η γυναίκα μπαίνει στη σκιά και η ζωή της σκοτεινιάζει. Ένα σκοτάδι που είτε μας αρέσει είτε όχι ρίχνει βαριά σκιά στην αναζήτηση όλων μας για το "φως". Στερεί από την ανθρωπότητα το ένα δεύτερο του πληθυσμού, το κλείνει στην κουζίνα και στη σκάφη και δεν το αφήνει να προσφέρει ό,τι νέο ή εκλεκτό διαθέτει.
Θαυμάζω εγώ την κυρία Γεωργοπούλου; Απεριόριστα. Και για χίλιους λόγους. Γιατί εκείνη κατάφερε να μας δώσει ένα άλλο πρότυπο γυναίκας. Αυτό ακριβώς το πρότυπο που έχουμε ανάγκη σήμερα. Γιατί επιστημόνισσες έχουμε και άλλες. Αλλά γυναίκες που κατάφεραν να συνδυάσουν άψογα όλους τους ρόλους και σε κανένα να μην υστερήσουν, εγώ γνωρίζω μονάχα μία. Την κυρία Νικολίτσα Γεωργοπούλου Λιαντίνη.
Το τι αποτέλεσε για τον άντρα της, το διαβάσαμε σε άλλα άρθρα. Τι μητέρα είναι για το παιδί της, το ακούσαμε από τα χείλη της κόρης της πέρυσι στο Μαράσλειο και προσωπικά το έχω ακούσει πολλές ακόμη από τη Διοτίμα, την κόρη της. Η πρόσφατη γνωριμία μου μαζί της μου δίνει πολλές φορές την ευκαιρία να τη θαυμάσω ως και στο ρόλο της γιαγιάς. Α, δεν μπορείτε να φανταστείτε γλυκύτητα και τρυφεράδα και προσεγμένη ανατροφή... Και όμως η γυναίκα αυτή έχει παράλληλα μια εντυπωσιακή ακαδημαϊκή πορεία και μια εξίσου αξιοζήλευτη συγγραφική διαδρομή. Χωρίς τις πλάτες κανενός, ούτε πατέρα ούτε συζύγου. Με τις δικές της δυνάμεις. Τόσο λαμπερή και απαστράπτουσα η περίπτωση που να αναφέρεται ως εξαιρετική περίπτωση και στα ρεκόρ Γκίνες. Ως η πρώτη γυναίκα διεθνώς που έλαβε διδακτορικό τίτλο στον τομέα της. Αν βάλεις δίπλα σ' αυτό και τα μόλις 23 της χρόνια όταν τον απέκτησε, δεν μπορείς να μην την αντικρίζεις εκστασιασμένος.
Και όμως όποιος τη γνωρίσει από κοντά μένει άφωνος με την απλότητα και την ευγένειά της. Κανένας κομπασμός, καμία επίδειξη. Ένας άνθρωπος πλασμένος από φως. Ένας άνθρωπος εσθλός με όλη τη σημασία του όρου.
Θα ήθελα κάποια στιγμή να της πάω να γνωρίσει την Ιωάννα μου. Ένα εξαιρετικό πλασματάκι, γεννημένο κι εκείνο στην Καλαμάτα, μα από ξένους τόπους ριζωμένο στην Ελλάδα. Έχω πολλά πει στο κοριτσάκι αυτό μέχρι τώρα για τη ζωή. Μα το ζωντανό παράδειγμα νομίζω πως θα είναι το καλύτερο δώρο. Γιατί η Ιωάννα μεγαλώνει στριμωγμένη σε δυο δωμάτια. Με ένα μικρότερο αδερφούλη, σχεδόν μωρό, να διεκδικεί με το γόητρο του αρσενικού παιδιού όλα τα φώτα. Με ένα μπαμπά που κάποτε ήταν δάσκαλος στην πατρίδα του και βλέπει το ταλέντο του παιδιού του αλλά... σε οικοδομές δουλεύει εδώ και όχι πάντα. Άνεργος για πολύ καιρό ήταν φέτος. Τι να σου κάνει και αυτός; Δεν είναι που φοβάμαι το μυαλό της. Ατσάλι κοφτερό στα Μαθηματικά, που άλλη φορά δεν είδα. Και χέρι ζωγράφου αυτοδίδακτου... από την τηλεόραση παρακαλώ έμαθε. Κάποτε έκανε και βιολί. Γεννήθηκε ο μικρός και κόπηκε αυτή η πολυτέλεια. Θέλω τουλάχιστον να γίνει η ψυχή της, η βούληση και η θέλησή της, βράχος. Να μην το βάλει κάτω και να αγωνιστεί ενάντια σε κάθε αντιξοότητα. Με πείσμα αλλά και με ήθος. Με αταλάντευτη πορεία προς την αλήθεια.
Γι' αυτό και θέλω να γνωρίσει εκείνη τη γυναίκα που εγώ σπουδαιότερή της δεν ξέρω. Και σαν μεγαλώσει λίγο να διαβάσει το μύθο της Διοτίμας όχι σαν παραμύθι. Αλλά αληθινή ιστορία από αληθινό άνθρωπο γραμμένη. Και ίσως κάποτε ετούτη η μικρή να δώσει το θηλυκό αντίστοιχο της ώρας που ο ένας άντρας αντίκρυσε τον άλλο. Καλοί οι θρόνοι που μας χάρισαν οι άντρες, δε λέω. Μα στη νέα εποχή του ανθρώπου πρέπει η γυναίκα μόνη της τη θέση της να βρίσκει. Κι εκεί που άντρες φωτισμένοι μίλησαν για εξαιρετικές γυναίκες, οι ίδιες οι γυναίκες να μιλήσουνε. Την αρχή την έκαμε η κ. Γεωργοπούλου, μιλώντας για του Πλάτωνα το μύθο. Είναι καιρός στη θέση των ειδώλων αρχέτυπο να στήσουμε αληθινού ανθρώπου, αληθινής γυναίκας.
Προσωπολατρία!!! Μυαλά συσκοτισμένα που δε βλέπουν πέρα από τη μύτη τους. Εξ ιδίων κρίνουν τα αλλότρια. Και τάχα και καλά τους νοιάζει να μας στρέψουν το ενδιαφέρον στο Λιαντίνη. Οι ίδιοι που λίγους μήνες πριν μας έλεγαν πως τον ξεφτιλίζουμε και να σταματήσουμε να ασχολούμαστε μαζί του. Αν τα ξεχάσατε εσείς, εγώ λυπάμαι, δεν μπορώ. Και το μόνο που βλέπω για μια ακόμη φορά είναι την άρρωστη φαλλοκρατική αντίληψη έστω και αν κρύβεται σε όνομα γυναίκας. Την ίδια που τους θόλωσε το βλέμμα σαν έπιασαν να μιλήσουνε για το Λιαντίνη. Πώς να μιλήσουν και τι να μας πουν με τέτοια μυαλά για εκείνον που ανενδοίαστα ανέβασε στο θρόνο τις γυναίκες; Εκείνον που ξέχωρα θαύμαζε έναν Πλάτωνα που μίλησε για Διοτίμα, έναν Γκαίτε που έπλασε μια Μαργαρίτα και ένα Δάντη για τη Βεατρίκη του;
Ε, λοιπόν. Ήρθε καιρός να μελετήσουμε τη δική του μούσα, τη Λου του. Γιατί αν εκείνος της χρώσταγε τα πάντα, εμείς τούτο τουλάχιστον της οφείλουμε: Επιτέλους να μάθουμε ποια είναι... Κι από το Πρωτότυπο. Υπάρχει καλύτερος τρόπος;