Ήθελα να ήμουν εκεί...
Να σε καμαρώσω να παίρνεις το πτυχίο.
Να ζωντανέψει το χτες και το όνειρο.
Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο σημαντική είναι η μέρα αυτή για μένα. Και πόσο η χαρά σου είναι χαρά μου. Πόσο περήφανη με έκανες.
Ξέρω πως δεν είσαι του μπράβο και του ζήτω. Πως ακόμη κι αυτό το τόσο αόριστο σχόλιο θα το βρεις του ματς.......
Μα έτσι να το αφήσω να περάσει; Χωρίς μια λέξη;
Άσε τουλάχιστον να πω πόσα σημαίνει η γνωριμία μας για μένα. Πόσα σημαίνεις εσύ.
Εμφανίστηκες από το πουθενά. Από κάποια παραξενιά του διαδικτύου που μας έφερε τη μια στο δρόμο της άλλης.
Δε σε ήξερα. Δε με ήξερες. Μας έδεσε η κοινή μας αγάπη για τη μεγάλη αγαπημένη, τη μεγάλη πράσινη που τη λέει η Θαλασσινούλα.
Θυμάμαι εκείνη τη φορά που βρεθήκαμε για καφέ στο Μικρολίμανο. Τα μισά μου χρόνια. Θα μπορούσες να ήσουν και κόρη μου. Θεωρητικά...
Μίλαγες και νόμιζα πως ακούω τη φωνή μου. Γέλαγες και έβλεπα όσα με κάνουν να γελώ. Σκοτείνιαζες και το σκοτάδι σου ήταν και δικό μου. Ναι, θα μπορούσες να είσαι και κόρη μου. Αν είχα κάνει μια κόρη θα ήθελα να σου μοιάζει.
Κι έπειτα ήρθαν στιγμές δύσκολες, ανάποδες, νευρικές. Μα κάθε φορά το ίδιο... Ήξερα από πριν τι θα κάνεις. Σαν να έβλεπα ταινία σε επανάληψη...
Να φεύγεις, πάντα να φεύγεις. Και να κλείνεσαι. Αυτή η δύναμή σου. Και η αξιοπρέπεια. Του ανθρώπου που δεν κλαίγεται. Που δίνεται χωρίς να ζητά το παραμικρό. Ακόμη και όταν το έχει ανάγκη.
Δε σε γέννησα. Μα σε ξέρω καλά. Και ξέρω πως έχεις ακόμη να πονέσεις πολύ. Δε σε λυπάμαι. Ο οίκτος είναι αρνητικό συναίσθημα. Και δε φοβάμαι για σένα. Θα αντέξεις. Θα πονέσεις μα θα αντέξεις.
Λες καμιά φορά πως σε τρομάζω. Κι εσύ... Με τρομάζει αυτή η δύναμη που την κάνεις θηλιά στο λαιμό σου. Πρόσεχε καλό μου. Πρόσεχε γιατί οι άνθρωποι τριγύρω δεν μπορούν να σε καταλάβουν. Το δικό σου λαιμό θα σφίγγεις κι αυτοί θα διαμαρτύρονται και θα σε στήνουν στον τοίχο. Είσαι απαράδεκτα δυνατή για την εποχή μας. Και μάλιστα για γυναίκα. Δε θα στο συγχωρέσουν εύκολα αυτό. Γιατί αυτό θα αποδεικνύει τη δική τους αδυναμία.
Και θα έρθει η ώρα της αφόρητης μοναξιάς. Κάποια στιγμή θα έρθει. Όταν θα το πάρεις πια απόφαση πως καθόλου δεν είσαι σαν τους άλλους. Να μη λυγίσεις. Να μην το βάλεις κάτω. Και προπαντός μην αλλάξεις. Μη ζητήσεις τη λύση κατεβαίνοντας εκεί που κατοικούν οι πολλοί.
Εύχομαι όταν και αν συμβεί αυτή η ακραία ώρα της μοναξιάς, η ζωή να σου κάνει το ίδιο δώρο που έκανε και σε μένα. Μια κόρη. Και να είναι αληθινή, ολοδική σου.
Ξέρω πως συννεφιάζεις όταν σου μιλάω για μητρότητα. Όχι, καλό μου. Μην την απαρνιέσαι. Και μην κοιτάς εμένα. Εγώ δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Δεν απαρνήθηκα τη μητρότητα, εκείνη με απαρνήθηκε. Ίσως γιατί η ζωή μου χρώσταγε άλλα παιδιά, τα παιδιά της καρδιάς. Εσένα, την αδερφή σου, εκείνο το αγοράκι με τα γαλάζια μάτια... Μα αυτό είναι λαχείο που το στέλνουν τα αστέρια. Και μόνο όταν δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Μην κάνεις λοιπόν το λάθος να απαρνηθείς τη μητρότητα.
Και κυρίως μην κάνεις το λάθος να απαρνηθείς εσένα. Αυτός κι ο μέγας κίνδυνος στο δρόμο που βαδίζεις. Να ξεχάσεις τη γυναίκα και να της ντύσεις μανδύα αντρικό.
Ξέρεις, είναι ακόμα πρωτόγνωρο, κι ας πέρασαν τόσα χρόνια, η γυναίκα στη θάλασσα. Και για τους άλλους και για τις ίδιες. Εκεί και γίνεται το λάθος. Γιατί λείπουν τα παραδείγματα... Οι αληθινές γυναίκες που κατάφεραν να σπάσουν τα ταμπού. Κι έχουμε πολλές με αξύριστα πόδια και μπάσα φωνή, θλιβερές απομιμήσεις αντρών... Αντρογυναίκες που τις λέει ο λαός. Γυναίκες όμως όχι.
Πρόσεξε, δεν εννοώ γυναικούλες και κοκότες. Ούτε να πας με μανικιούρ και ψεύτικη βλεφαρίδα στη γέφυρα. Άλλο αυτό και άλλο η θηλυκότητα.
Η πραγματική και η γνήσια θηλυκότητα. Που άλλο δεν είναι από τον αληθινό εαυτό μας. Ίδια δηλαδή θα ζήταγα και σε ένα αγόρι να γίνει αληθινό αρσενικό. Να φανερώσει ότι είναι πραγματικά. Χωρίς φανφάρες και νταηλίκια δήθεν αντρισμού. Το ίδιο όμως και μεις. Ειδικά εμείς που βρεθήκαμε σε αντρικά γκέτο να πολεμάμε να δείξουμε πως και η γυναίκα μπορεί. Και μέσα στην αναμπουμπούλα νομίσαμε πως για να πετύχουμε το στόχο πρέπει να αντιγράψουμε τους άντρες. Όχι!
Όσο δύσκολο και αν είναι αυτό. Γιατί δύσκολο πάντα είναι να ανοίγεις το δρόμο. Και εύκολο να ακολουθείς την πεπατημένη.
Θα έρθει μια μέρα, που εγώ δε θα προλάβω να τη δω, που ολόκληρο καράβι θα έχει μόνο γυναίκες πλήρωμα. Τότε τα κορίτσια δε θα έχουν τα δικά σας προβλήματα. Μα δε θα έχουν και τη χαρά να κατακτήσουν το καινούριο και το απάτητο...
Όπως κι εσείς δε χρειάζεται πια να αποδείξετε ότι οι γυναίκες μπορούν να ανέβουν στη γέφυρα. Να κατέβουν στο αμπάρι. Να δέσουν καντηλίτσες. Να καθαρίσουν σεντίνες. Να ματσακονίσουν... Όλα αυτά τα έκαναν κιόλας πολλές άλλες.
Εκείνο που ακόμη δεν έγινε είναι η γυναίκα να ανέβει στο καράβι σαν γυναίκα. Έχει μείνει στο ντόκο ξεχασμένη η θηλυκότητα. Στον ίδιο μπόγο κλειδαμπαρωμένη και η μητρότητα, που ορθά διαμαρτύρεται ο καινούριος μας φίλος πως την υποτιμούμε. Είναι που ακόμη δε βρήκαμε τον τρόπο να "παντρέψουμε" το ένα με το άλλο. Ώσπου να γίνει, οι γυναίκες ναυτικοί θα είναι μισές γυναίκες. Ή θα αναγκάζονται να παρατούν τη θάλασσα για να γίνουν μανάδες, εγκαταλείποντας το άλλο μισό τους...
Ξέρω, δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά. Δεν ήταν εύκολο όμως και αυτό που πέτυχες σήμερα. Κι ας σιχαίνεσαι τα μπράβο, είμαι σίγουρη πως το χειροκρότημα θα έφτασε στα μεσούρανα...
Ήμουν στη θάλασσα εκείνη την ώρα. Αφού δεν μπορούσα να είμαι εκεί, τουλάχιστον θέλησα να είμαι στη θάλασσα. Να την ξορκίζω να σου σταθεί πάντα πιστός σύντροφος. Και όταν την ταξιδεύεις και όταν θα την αποχωρίζεσαι. Να την ακούς τη θάλασσα. Να βγαίνεις τις νύχτες στη πρύμη και να ακούς το τραγούδι της. Εκείνο το αδιάκοπο σκίσιμο της προπέλας. Κι έπειτα στο βάθος όλα πάλι ήρεμα...
Ίδια είναι και η ζωή μας. Ακόμη και το πιο δύσκολο, θα αφρίσει, θα αγριέψει, και μετά θα περάσει... Όλα περνούν. Και χάνονται στο σκοτάδι. Και ξεχνιούνται. Κι εμείς μαζί.
Κι έπειτα στη γέφυρα, κοιτώντας τη θολή γραμμή του ορίζοντα και την πλώρη, να σκέφτεσαι πως πάντα μπρος είναι ο στόχος. Ακόμα και με ενάντιους ανέμους. Κόντρα όσο αντέχεις, με το μάγουλο όταν δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Ποτέ με το πλάι... Θα σε ξεσύρει και θα βρεθείς έξω από τη ρότα σου και τα όνειρά σου.
Ένα καράβι είμαστε κι εμείς. Μα οι ούριοι άνεμοι σπάνιοι πάντα. Και τελείως βαρετοί. Ξέρω που δε χωνεύεις καθόλου τα εύκολα... Πώς αλλιώς;
Γι' αυτό και κλείνω με την ευχή του ποιητή:
Να είναι μακρύς ο δρόμος σου κοπελιά.
Γεμάτος περιπέτειες και γνώσεις.
Κι όταν αποσταμένη και νικήτρια θα φτάσεις μια μέρα στην Ιθάκη σου, το ξέρω πως θα φτάσεις... να με θυμηθείς. Και να καθίσεις να μου γράψεις ένα γράμμα. Διεύθυνση τότε πια δε θα έχω εδώ. Να ψάξεις όμως και να βρεις χέρια καλά και άξια για να το παραδώσεις.
Σε φιλώ και σου εύχομαι
ΚΑΛΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΚΟΜΗ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΛΙΜΑΝΙΑ!