Τον καιρό εκείνο (μέσα δεκαετίας ’70) που ήμουν πιτσιρικάς και όλα έμοιαζαν σαν τις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες που βλέπουμε σήμερα, στο μικρό παραθαλάσσιο Αίγιο υπήρχαν διάφορες «γραφικές φιγούρες» ανθρώπων. Υπάρχουν και σήμερα και είναι δίπλα μας. Περιθωριακοί συνάνθρωποί μας που είχαν την ατυχία να γεννηθούν με κάποιο φυσικό ελάττωμα και έτσι να παραπέσουν στο περιθώριο και στη χλεύη της κοινωνίας που ζούν. Άλλοι με πνευματική υστέρηση, άλλοι με σωματική, άλλο και με τα δύο. Άλλοι χωρίς κάποιο ελάττωμα αλλά η δυστυχία στη ζωή, τους έσπρωξε πέρα από τα όρια αντοχής τους και έτσι ξεπέσανε στο περιθώριο της κοινωνίας (της καθώς πρέπει κοινωνίας μας).
Ενας τέτοιος άνθρωπος ήταν και η Σοφία. Ετσι έιχα ακούσει ότι την έλεγαν. Την Σοφία την έβλεπα συχνά να γυρνά εδώ και εκεί. Γύρω στα τριάντα της πρέπει να ήταν. Παραμιλούσε ενώ περπατούσε και είχε βλέμμα σκοτισμένο. Δεν ήταν άσχημη, μάλλον θα την έλεγα όμορφη παρά τη κατάντια της.
Είχε μακριά ίσια μαλλιά και φόραγε παλιά και βρώμικα ρούχα. Αν θυμάμαι καλά την πέρναν για αγγαρείες και της έδιναν κανά πιάτο φαΐ. Μου προκαλούσε σε μένα τον αθώο πιτσιρικά λύπηση αλλά και προβληματισμό. Πώς ξέπεσε έτσι αυτή γυναίκα? Πώς ζεί? Νοιάζεται κανένας γι’αυτή? Ποια είναι η ιστορία της? Μάλιστα κάποια φορά την είδα να περιφέρεται έγγειος και μετά με ένα χαριτωμένο μωράκι. Ο πατέρας ήταν ένας άλλος μουρλοχαζεμένος ο Σπύρος και πολλές φορές τους είχα δεί να κυκλοφορούν μαζί και να προσπαθούν να το παίξουν ταιριαστό ζευγάρι…Αλίμονο αν είναι δυνατόν ο Σπύρος να μπορούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του Πατέρα..
Χριστούγεννα ανήμερα οι γονείς μου μας σήκωσαν εμένα και τον αδερφό μου χαράματα για την εκκλησία. Φορέσαμε όλοι τα καλά μας και πάμε. Μάνα, Πατέρας αδερφός μπροστά με βήμα ταχύ. Εγώ από πίσω έσερνα τα βήματά μου και είχα τα νεύρα μου. Δεν μ’αφήναν στο ζεστό μου κρεβατάκι, τώρα που έχουμε και διακοπές από το σχολείο να χορτάσω ύπνο? Τι θέλουν και με τραβολογάνε σε εκκλησίες και λειτουργίες? Δηλαδή αν πάμε αργότερα να έχει βγεί και ο ήλιος, θα πείραζε? ..και τι ψωφόκρυο κάνει… τρέμω ολόκληρος…. και νυστάζωω..
Αυτά σκεφτόμουν αλλά ένα μικρό κομμάτι της νόησης μου πρόσεχε τα άστρα που ακόμα φαινόντουσαν παρά το πρώτο φώς της αυγής και τη γαλήνια θάλασσα δίπλα με ένα μώβ χρώμα σε μία απόλυτη ησυχία…δεν υπήρχαν βλέπετε τότε τα τόσα αυτοκίνητα με τους ξενύχτηδες γλεντζέδες του σημερινού πολιτισμού μας να διαταράξουν αυτό το ειδυλλιακό Χριστουγεννιάτικο πρωϊνό….
Κατά μήκος του δρόμου για το Ιερού Προσκυνήματος της Παναγίας της Τρυπητής που πηγαίναμε υπήρχαν και υπάρχουν ακόμα εγκαταλελειμμένες αποθήκες. Μάλιστα η τελευταία από αυτές είναι δίπλα ακριβώς στη είσοδο του μακρύ διαδρόμου με τα πεύκα δεξιά-αριστερά που πάει στην εκκλησία. Οι υπόλοιποι ήταν αρκετά μπροστά όταν πρόσεξα ένα αχνό φώς στο σκοτεινό τοπίο. Ήταν ένα φωτισμένο παράθυρο. Πλησιάζω με περιέργεια. Τα τζάμια καταβρώμικα και σταυρωτά σκουριασμένα στο μικρό παράθυρο το ύψος ήταν μάλλον χαμηλό αφού ψιλοέσκυψα για να δώ από πού έρχεται το λιγοστό φώς? ..αφού εδώ είναι παλιοερειπωμένες αποθήκες…
Κοιτάω μέσα και βλέπω.. βλέπω τη Σοφία να έχει το μωράκι της πάνω σε ένα τραπέζι και να το πρειποιείται, να το χαϊδεύει, να του μιλάει και να του γελάει… και εκείνο να χαρούμενο να κουνάει χέρια – πόδια…τα πρόσωπά τους ήταν φωτισμένα και ξεχώριζαν στο μαύρο σκοτεινό φόντο από ένα κεράκι που είχε η Σοφία πάνω στο τραπέζι δίπλα τους και αυτό ήταν το αχνό φώς που με τράβηξε..
Οι στιγμές και ο χρόνος πάγωσαν.. ακόμα και μένα τον ανίδεο πιτσιρικά με άγγιξε η ευτυχία της Μάνας που ήταν με το μωρό της.. τι ομορφιά, τι απερίγραπτη ευτυχία είχε αυτό που έβλεπαν τα μάτια μου..!!!
Σκέψη ότι ίσως με δεί και τρομάξει και διακόψω αυτή τη τόσο ιδιωτική στιγμή, με τράβηξε από το παράθυρο. Κοιτάω γύρω μου, οι άλλοι είχαν σχεδόν χαθεί, έμεινα πολύ πίσω. Έτρεξα να τους φτάσω…
Πέρασαν τα χρόνια και η παλιοαποθήκη και το παράθυρο είναι ακόμα εκεί και τώρα που μεγάλωσα λέω ότι αυτό που έζησα ήταν Χριστουγεννιάτικο Θαύμα. Άλλωστε δεν είναι τα Χριστούγεννα η ιστορία ενός μωρού και της Μητέρας του σε μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα κάτω από τα αστέρια?
Η Σοφία μετά από καιρό δεν είχε το μωρό της. Ακουσα ότι της το πήραν (μάλλον σε ίδρυμα ή για υιοθέτηση).. Η Σοφία ξέπεσε πολύ μετά… Απερίγραπτη δυστυχία σκοτείνιαζε το πρόσωπο της.. Εγώ την ένοιωθα.. Εχασε το νόημα της ζωής της…και έτσι χάθηκε.. όταν σε κάποιο ανύποπτο χρόνο αναρωτήθηκα.. που είναι η Σοφία? ..έχω καιρό να τη δώ.. Δεν την ξαναείδα ποτέ και ούτε άκουσα κάτι γι’αυτή…
Να λοιπόν τι είναι τα Χριστούγεννα. Οι λιγοστές ευτυχισμένες στιγμές μέσα στη ταλαιπωρία και στο δράμα της ζωής που τραβάμε όλοι μας…
Ας είναι καλά ο Κύριος που μου έστειλε αυτό το Χριστουγεννιάτικο Θαύμα για να μου θυμίζει πόσο μαγκούφης είμαι… ακόμα και η Σοφία ήταν έστω για λίγες στιγμές απεριόριστα πιο πλούσια από μένα το Γερο-Τσιγγούνη Θείο Σκρούτζ..!!!