Αυτή η φωτογραφία νομίζω αξίζει να δημοσιευτεί και πάλι. Να μπει στο σωστό μέγεθος. Κι όχι σε κείνο που διαλέγω όταν είναι να ανέβει κάτι και στο portal...
Για να μας θυμίσει το σοφό λόγο του Λιαντίνη:
"Αυτοί υπήρξαν στη βάση τους οι έλληνες.
Θυσίαζαν στην εμορφιά, όπως
θυσιάζουν τα λουλούδια στον ήλιο.
Θέλω να ειπώ πως ζαλίζουν τον αγέρα
με τα χρώματα και τις μυρωδιές,
και την άλλη μέρα μαραίνουνται."
Δημήτρης Λιαντίνης
ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟ, 15
Ναι, ακριβώς έτσι. Ζαλίζουμε τον αγέρα και την άλλη μέρα γέρνουμε το κεφάλι μας και περισσεύουν οι άσπρες τρίχες. Και το μόνο που μένει χρωματιστό είναι το χτες που έφυγε και δε θα ξαναρθεί.
Το
Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, να βρείτε χρόνο να το διαβάσετε. Γιατί πονάει χίλιες φορές περισσότερο να βλέπεις τον άντρα που κάποτε λάτρεψες με κοιλίτσες και φαλάκρα. Από όσο πονάει η φάτσα σου στον καθρέφτη... Τόσο που να λες δεν πειράζει. Καλύτερα θνητός. Παρά να μετράω απουσίες και να κόβομαι κομμάτια σε κάθε αποχωρισμό. Γιατί είναι αλήθεια πως μαζί με εκείνους που αγαπάμε πεθαίνει και ένα δικό μας κομμάτι. Ώσπου ο Χάρος δε βρίσκει τίποτε πια να μας πάρει και τότε απλά σταματάμε να ζούμε. Έστω και αν για κάποιο διάστημα συνεχίζουμε να αναπνέουμε...
Κι απορώ με την ηλίθια σκληρότητα κάποιων. Που τα βάζουν ανίδεοι από θάνατο με εκείνους που τους σφράγισε το μεγάλο δρεπάνι. Παριστάνοντας τους μικρούς θεούς. Τα μικρά σκουλήκια. Τα ανεγκέφαλα... Και πώς το έλεγε να δεις ο Λιαντίνης και αυτό...
Τι ημπορεί εκείνος να κατέχει που δεν του χτύπησε η συφορά την πόρτα...
Ό,τι και οι μικρές παπαρούνες. Που τραμπαλίζονται πανευτυχείς στο μαγιάτικο απομεσήμερο. Δίχως να ξέρουν πως η άλλη μόλις εβδομάδα δε θα τις βρει. Και ήδη οι σκώληκες ετοιμάζουν πανηγύρι...
Πρώτα για τις παπαρούνες.
Έπειτα για τους έρωτες του φετινού καλοκαιριού.
Που ακόμη δεν άνθισαν. Μα το βέβαιο είναι πως έτσι και ανθίσουν θα έρθει και η ώρα να τελέψουν.
Γυρνούσα που λες προχτές από Λευκάδα. Και κουράστηκα να μετρώ στην άσφαλτο δεκάδες φίδια σκοτωμένα. Κάπου κάπου και κανένας σκαντζόχοιρος. Μα τα φίδια ήταν το θέαμα το αποκρουστικό. Μια ματωμένη γραμμή επάνω στο δρόμο. Και το φαρμάκι τους αχρείαστο πια.
Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω; Σε μια εποχή που περισσεύει το δηλητήριο;
Όχι, δε φταίνε τα Σύβοτα. Δε φταίνε και οι παπαρούνες. Φταίει που σήμερα ήρθε κάποια στιγμή ο Κώστας στο μάθημα. Ο Κώστας που γύριζε από την Ιταλία, πόσα χρόνια πάνε; με το πτυχίο του αρχιτέκτονα στο χέρι. Μια κόκκινη γραμμή στο δρόμο και ο Κωστής. Και τώρα ένας άνθρωπος δίχως παρόν και μέλλον. Να γυρνάει στα κρασοπουλιά της μικρής μας επαρχιακής πόλης.
Γλίτωσε είπαν οι γιατροί. Τόσα ξέρουν και τόσα λένε κι αυτοί. Κι εμένα το ίδιο μου είπαν. Να κόψω ετούτο, να κόψω το άλλο, να γλιτώσω! Να γλιτώσω τι;;; Εδώ τον Κώστα, με τις ατελείωτες προσευχές στο προσκεφάλι του, και δεν μπόρεσα να κάνω τίποτε. Λάμπρος Τζαβέλας εκείνος. Βαριά λαβωμένος στο στρώμα. Ετών 12. Κι εγώ Μόσχω.
Τώρα τον βλέπω στο δρόμο και κάνω πως δεν τον είδα. Αρκετές λαβωματιές στο κορμάκι και στην ψυχούλα του, να λείπει το βλέμμα το δικό μου.
Γι' αυτό σου λέω πως οι γιατροί δεν ξέρουν τι λένε. Φταίει τάχα το αλάτι και ο καφές και το τσιγαράκι μου τους φταίει. Κι εγώ σου λέω πως η καρδιά του ανθρώπου είναι από άλλα που κλατάρει και δεν αντέχει πια. Και κάνει το κρακ.
Να γιατί γυρνάω στις παραλίες. Για να θυμηθώ το τραγούδι του Λιαντίνη. Και του Σολωμού το τραγούδι. Πως και με τα χίλια βάσανα πάλι η ζωή γλυκιά είναι.
Και η Λευκάδα. Τι νομίζεις πως ήταν η Λευκάδα; Τόπος αγαπημένος κάποιας ψυχούλας που πια δεν έχει μάτια να τη δει και πόδια για να φτάσει. Φςςςςςςς έκανε ξαφνικά και πέταξε. Έναν Οκτώβρη. Μου την έσκασε. Κι ας έταζε να κάνουμε ετούτο και το άλλο. Δεν έγιναν ποτέ. Ούτε και στη Λευκάδα προλάβαμε να πάμε. Τίποτα. Το μεγάλο και αιώνιο Τίποτα.
Και πόναγαν σου λέω πολύ εκείνα τα σκοτωμένα φίδια στην άσφαλτο. Κόκκινες γραμμές. Ακίνητες. Να τρακάρω κόντευα για να μην πατήσω το αίμα. Κι ας ήταν και αίμα φιδιού.
Να διαβάσεις και Το αίμα των άλλων. Της Μπωβουάρ κι αυτό. Εγώ δεν άντεξα να το φτάσω στο τέλος. Κι όχι που φοβάμαι το αίμα. Μόνο το αίμα των άλλων δεν αντέχω.
Κι οι παπαρούνες πιτσιλιές αίμα κι αυτές. Να βάφουν τον ορίζοντα. Και να ρωτάνε. Για το μεγάλο άδικο...