Ο ΠΙΟ ΑΞΕΧΑΣΤΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ (αφιέρωμα στο Θανάση Βέγγο)
Συγγραφέας
Μήνυμα
ΔΑΝΑΗ Admin
Αριθμός μηνυμάτων : 8202 Registration date : 30/10/2007
Θέμα: Ο ΠΙΟ ΑΞΕΧΑΣΤΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ (αφιέρωμα στο Θανάση Βέγγο) Σαβ Ιαν 18, 2014 4:03 pm
Σαν σήμερα η γιορτή του. Του Θανάση Βέγγου. Του καλού μας άνθρωπου. Και σε καιρούς που η κακία πλεονάζει. Μικρό αφιέρωμα στο έργο που τον έκανε αξέχαστο για πάντα:
Παράθεση :
ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΡΟΜΟΣ (1997)
Aσημένιο νόμισμα στα χείλη. Σε ανασκαφή στους Φιλίππους Μακεδονίας, ένας αρχαιολόγος ανακαλύπτει ασύλητο τάφο, και εντός, το λείψανο ενός αξιωματικού των ελληνιστικών χρόνων. Το γεγονός διακόπτει την αναβλητικότητα του και την επομένη ξεκινάει την αναζήτηση των φίλων και συναδέλφων του εικοσάχρονου γιου του, φαντάρου, που ένα χρόνο πριν αυτοπυροβολήθηκε ενώ φυλούσε σκοπιά σ' ένα απομακρυσμένο στρατόπεδο της συνοριακής γραμμής.
Το μοναχικό ταξίδι του αρχαιολόγου και οι τυχαίες και μη συναντήσεις έχουν ως αποτέλεσμα σκέψεις, εκ των υστέρων για τη σχέση πατέρα-γιου. Και κάτι ακόμη τη βιντεοκασέτα ενός γλεντιού στο στρατόπεδο, του τελευταίου Πάσχα του παιδιού του.
Η τελευταία Νανόχηνα.
Μια ομάδα νέων ορνιθολόγων πηγαίνει στη Θράκη, στο Δέλτα του Έβρου, να παρακολουθήσει από κοντά και με ηλεκτρονικά όργανα τις διαδρομές της τελευταίας νανόχηνας που έχει καταφύγει στο ποτάμι. Το ταξίδι τους με βάρκα, παρέα με τον ηλικιωμένο θηροφύλακα που «μιλάει» τη γλώσσα των πουλιών-συντρόφων της ζωής του είναι ένα εγκώμιο στην ομορφιά του Έβρου και στη σχέση με τη Φύση. Κάποτε εντοπίζουν τη νανόχηνα μα ένα ασυνείδητος λαθροκυνηγός ερωτευμένος με την τελευταίου τύπου επαναληπτική καραμπίνα του, την σκοτώνει. Ο ειρηνικός και γλυκομίλητος θηροφύλακας τον πληρώνει με το ίδιο νόμισμα.
"Βιετνάμ". Ένας μεσήλικας εργοστασιάρχης της επαρχίας είναι σκασμένος γιατί η γυναίκα του πήρε τα δυο μικρά παιδιά τους και εγκατέλειψε αυτόν και τη μικρή κωμόπολη. Ύστερα από μάταιες απόπειρες ανεύρεσης παρέας, καταλήγει να πίνει σ' ένα άγριο αγροτικό σκυλάδικο, στη μέση του πουθενά, το Βιετνάμ. Χωρίς πολλές κουβέντες αρχίζει να σπάζει τα πάντα: πιάτα, ποτήρια, σκεύη. Ζητάει να ξηλώσουν τα πλακάκια και τις λεκάνες της τουαλέτας, τα κουφώματα, τη τζαμένια εξώπορτα. Φωνάζει επί τόπου συμβολαιογράφο, αγοράζει όλο το κατάστημα, ειδοποιεί γκρέιντερ και στο φως της αυγής, ενώ οι μπουζουξήδες παίζουν πλέον έξω στους αγρούς, ο κ. Τσετσένογλου γκρεμίζει ολάκερο το σκυλάδικο.